H ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΞΕΝΩΝ ΘΕΟΤΗΤΩΝ


Ἑρμανοῦβις. Γνωστός από επιγραφές και περιορισμένες αναφορές της Ρωμαϊκής περιδόδου. Ο Προφύριος τον αναφέρει ως σύνθετο και μιξέλληνα.

Ο ΣΠΥΡΟΣ ΛΑΜΠΡΟΥ

Ο ιστορικός Σπύρος Λάμπρου αναφερέρει στο πόνημά του "Ιστορικά Μελετήματα" για την κοινωνική και θρησκευτική κατάσταση της πόλης των Αθηνών την περίοδο της επίσκεψης του Αποστόλου Παύλου.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ: ΚΑΤ' ΟΝΟΜΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Τοιούτος ο κοινωνικός και ηθικός βίος των Αθηναίων κατά τούς πρώτους μετά Χριστόν αιώνας περί δε πολιτικού βίου ολίγος δύναται και πρέπει να γίνει λόγος. Διέσωζαν μεν οι Αθηναίοι σκιάν τινά ελευθερίας χαρισθείσαν αυτοίς χάριν των προγόνων, ως ρητώς είπεν εις αυτούς νικών και ο Σύλλας και ο Καίσαρ, και είχον διατηρήσει κατά το πλείστον τας παλαιάς αρχάς και το εξωτερικόν σχήμα των δημοκρατουμένων Αθηνών και τον Άρειον Πάγον και την Βουλήν και τούς άρχοντας, αλλ’ ήσαν, επαναλαμβάνω, πάντα ταύτα αναμνήσεις, αλλ' ήσαν πάντα ταύτα ονόματα κενά. Τούτο δε καταδεικνύεται μάλιστα εντεύθεν, ως τα μεν ονόματα των αρχών είχαν μείνει τα αυτά, η δε πολιτεία είχε καταστεί αριστοκρατική τις ή μάλλον πλουτοκρατική

Ούτω δε ο Άρειος Πάγος και ο Στρατηγός επί τα όπλα απέβησαν αι κυριώταται των αρχών τής πόλεως. Παρ’ αυτοίς δε εξεκλησίαζε μεν ο δήμος και η βουλή, ήτις συνέκειτο επί Αδριανού εκ 500 ή μάλλον 539 βουλευτών, αλλά κυριότατον αυτών έργον ήτο το απονέμειν στεφάνους εν ου δέοντι καί περισαίνειν τούς δωροφορούντας την πόλιν. Οι δ’ εννέα άρχοντες δεν εκληρούντο πλέον ως άλλοτε, αλλ’ εχειροτονούντο εκ των ολίγων δυναμένων νά υποστώσι τα βάρη και τας δαπάνας τής αρχής. Πλην αλλ’ όμως καΙ ούτω συχνά επέλειπον οι μετερχόμενοι την αρχήν, ως και δεν ήτο τι ασύνηθες η αναρχία.

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΑΝΔΑΙΜΟΝΙΟ

Εις ταύτην την ηθικήν παρακμήν και την αδυναμίαν την πολιτικην πρός συμπλήρωσιν τής Θλιβεράς εικόνος εκείνων των χρόνων πρέπει να προστεθεί η περί τα θεία αδιαφορία και ψυχρότης. Ήδη από πολλού οι θεοί και οι ήρωες και επώνυμοι τής αττικής χθονός δεν ήσαν τα μόνα σεβάσματα των παλαιών Ερεχθειδών, ενωρίς δε ήδη είχαν αναβή εις τον Όλυμπον τον ελληνικόν θεοί έπήλυδες εξ Αιγύπτου, Περσίας και Φοινίκης. Αλλ’ έπειτα ταχέως εσάλευσε την πίστιν εις παλαιούς τε και νέους θεούς ή ψευδής φιλοσοφία των σοφιστών και ή λατρεία των καισάρων. Και αυτός δε ο Χριστιανισμός, καίπερ μέχρι τού τρίτου μ. Χ. αιώνος πλην των νήσων και τής Κορίνθου ελάχιστα ριζωθείς εν τή εντεύθεν Ελλάδι, ήκιστα δ’ εν, Αθήναις όθεν ο Παύλος είχεν άπέλθει άπρακτος και μονονού καταγελώμενος, και αυτός ο Χριστιανισμός ουχ ήττον συνέτεινεν είς το νά κλονίση τας πεποιθήσεις και αυξήσει την άμφιβολίαν και αδιαφορίαν.

Εντεύθεν δε οι Αθηναίοι, ών είχεν εύρει κατείδωλον την πόλιν ο Παϋλος, οι εύλαβώς τηρούντες τούς εξωτερικούς τύπους τής αρχαίας λατρείας και τούς εις την πόλιν ερχομένους ποιούντες μύστας των Ελευσινίων, δεν ήσαν κατα τον δεύτερον και τρίτον μ.Χ. αίώνα οι θεοσεβέστατroι πάντων Ελλήνων, ουδέν επίστευον κατα βάθος, ουδέ θα, προυκάλουν την δίκην νέων ποτέ Ερμοκοπιδών. Πώς να πιστεύσωσιν εις τον Θεόν τού ελέους οι χθες και πρώην καγχάσαντες επί τοις Θεοπνεύστοις λόγοις τού Αποστολου ή πώς να θύσωσιν ακόμη εις την Παλλάδα, ήτις δεν ήτο πλέον παρθένος άφ’ ής ημέρας εγένετο σύζυγος τού εραστού τής Κλεοπάτρας, ή πώς νά χτίσωσι ναούς τοϋ Διονύσου και τού Θησέως οι τώρα σέβοντες τον Δρούσον και τον Αντίνοον, ή πώς νά λατρεύσωσιν την Ίσιν εκείνην την Αιγυπτίαν, ότι ήδη καθίδρυσαν παρά τον Παρθενώνα ναόν τής μεγάλης και μόνης θεας τού τοτε κόσμου, τής Dea Roma;

Σπύρος Λάμπρος (1851-1919) 


ΕΡΜΗΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ
ΦΙΝΛΑΝΔΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΑΘΗΝΩΝ

Υπάρχουν πολλές επιγραφές στην Δήλο που ανήκουν στην περίοδο μεταξύ του τέλους του τρίτου και των αρχών του πρώτου αιώνα π.Χ. που συνδέουν την Ίσιδα με κάποια άλλη θεά. Η επιγραφή που έδωσε ένας συγκεκριμένος Ανδρομάχος, αφιερωμένος στην Ίσιδα της οποίας το επίθετο είναι Σωτείρα, και που συνδέεται με την Αστάρτη και την Αφροδίτη όπως και του Έρωτα, που συνδέεται με τον Αρποκράτη και τον Απόλλωνα.



H λατρεία ξένων θεοτήτων είναι απολύτως τεκμηριωμένη επιστημονικά. Ακόμα και πριν από την Ρωμαική κατάκτηση. Επιγραφές με αφιερώσεις στη Ίσιδα έχουν βρεθει και στην οδό Αγίας Φιλοθέης της Αθήνας ενώ στον χώρο της πλατείας Μητροπόλεως (ο οποίος παλιότερα φιλοξενούσε το κτίριο της  Μητρόπολης Αθηνών και ενα εκκλησίδιο του Αγίου Νικολάου) λειτουργούσε Σεραπείο. Στο Ωρολόγιο του Κηρρύστου έχει βρεθεί επιγραφή της Ίσιδας Δικαιοσύνης

ΜΑΤΑΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΜΟΝΟΘΕΪΣΜΟ 

Η ιδέα του μονοθεϊσμού ανήκει σε πολλούς τομείς: στον τομέα της φιλοσοφίας ως ανώτερη αρχή, στην πολιτική ζωή ως το ιεραρχικό σύστημα της μοναρχίας και στη θρησκεία ως μια διαδικασία συγκρητισμού που οδηγεί σε μονοθεϊστική τάση. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή η χρονολογική εξέλιξη είναι εξαιρετικά θεωρητική και δεν προϋποθέτει πάντα όλα τα στάδια. Σκοπός εδώ είναι να βοηθήσει συγκεκριμένα στην ανάλυση των κεντρικών θεμάτων της ελληνιστικής θρησκείας και όχι να παρέχει ένα καθολικό μοντέλο για τη θρησκευτική ανάπτυξη.

Ο κλασικός θεϊσμός αρνείται την υπέρβαση. Από την αρχή της ελληνικής θρησκευτικής σκέψης υπήρχαν έμμεσα στοιχεία που ανήκαν στη θεολογική δομή. Υπήρχε μια ιδέα ενός Υπέρτατου Όντος να υπάρχει πίσω από τη θεογονία, που είχε μια ματιά στους θεούς του πάνθεον και επηρέασε τις πράξεις τους. Οι δραστηριότητες των προσωπικών θεών ήταν εξαρτώμενες από αυτήν τη δύναμη. Αυτό ονομαζόταν, για παράδειγμα, ως Νέμεσις, ο οποίος ήταν αρκετά αφηρημένος και σπάνια είχε μια πραγματική λατρεία πριν από τους ύστερους ελληνιστικούς ή ρωμαϊκούς χρόνους, ή ως Τύχη.

Όταν μελετάμε την ελληνική θρησκεία, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια αναζήτηση τάξης και έννοιας που απαιτούσε ακόμη και τους ίδιους τους θεούς να υπόκεινται σε ένα προκαθορισμένο πρότυπο. Στους ελληνιστικούς χρόνους, αυτή η ιδέα ενός Ανώτατου Όντος έγινε πιο σαφής και κέρδισε μεγαλύτερη σημασία στη θεολογική δομή. Αυτή μπορεί να ήταν η θρησκευτική απάντηση σε μια κατάσταση στην οποία οι άνθρωποι έπρεπε να χειριστούν τη συνύπαρξη πολλών διαφορετικών θεών ταυτόχρονα και να αντιμετωπίσουν αυτήν την πολυφωνία.

Ιερό της Ίσιδας στο Δίον


Ο συγκρητισμός ανήκε σιωπηρά στις μονοθεϊστικές τάσεις, επειδή και οι δύο έτειναν να δημιουργούν τάξη στον θρησκευτικό πλουραλισμό. Πρέπει να θυμόμαστε ότι η ιδέα του μονοθεϊσμού δεν σημαίνει απαραίτητα την απομάκρυνση από τον πολυθεϊσμό, καθώς οι μονοθεϊστικές ιδέες μπορεί να ανήκουν σε ένα πολυθεϊστικό σύστημα. Η ελληνική θρησκεία ήταν ως ένα βαθμό μείγμα πανθεϊσμού (η ιδέα του Ανώτατου Όντος) και πολυ συμβολισμός που σημαίνει ότι κανένα από τα θεϊκά σύμβολα δεν αποκλείει τη θεότητα των άλλων. Αυτό εκφράστηκε αόριστα μεταξύ των ανθρώπων και πιο συγκεκριμένα μεταξύ των φιλοσόφων.

Ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν ο πρώτος θεοποιημένος κυβερνήτης στον ελληνιστικό κόσμο και οι διάδοχοί του ήθελαν να ακολουθήσουν το μοντέλο του, όπως ο βασιλιάς Αντίγονος και ο γιος του Δημήτριος Πολιορκητής που τους υποδέχτηκαν στην Αθήνα ως Σωτήρες, Ευεργέτες, ακόμη και ως Θεούς. 

Είναι ένα ζήτημα το αν  λατρεία του Ηγεμόνα είναι είχε κίνητρο να δημιουργήσει και να παρουσιάσει στον λαό έναν ισχυρό κυβερνήτη του οποίου ο ρόλος και οι πράξεις δικαιολογούνταν επειδή ανήκε στην  θεϊκή σφαίρα και που θα ήταν σεβαστός ως θεός παρόμοια από όλους τους ανθρώπους και όλα τα έθνη στον ελληνιστικό κόσμο, ή αν ήταν αυθόρμητη λατρεία  ανθρώπων που πιστεύεται ότι είναι θεοί. Από τον Μέγα Αλέξανδρο και μετά φαίνεται πώς ισχύει η πρώτη άποψη.

Για παράδειγμα, σε αυτές τις λατρείες το πρωταρχικό αντικείμενο της λατρείας δεν ήταν ποτέ πρόσωπο ή προσωπικότητα ενός συγκεκριμένου κυβερνήτη, αλλά ένα αφηρημένο χαρακτηριστικό ενός καλοκάγαθου ηγεμόνα γενικά, όπως αρετή, δικαιοσύνη, φιλανθρωπία ή σοφία. Οι ηγεμόνες ήθελαν να ενισχύσουν τον θεϊκό τους ρόλο παρουσιάζοντας τους εαυτούς τους ως ισχυρούς θεούς γνωστούς στους ανθρώπους και λαμβάνοντας τα επίθετα αυτών των θεών για να χαρακτηρίσουν τον ίδιο τον κυβερνήτη: ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν γνωστός, για παράδειγμα, ως Δίας και Ηρακλής, και ο Δημήτριος Πολιορκητής παρουσιάστηκε στην Αθήνα ως Δίας. 





Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις